Βάλε φωτιά σε εκείνα τα δεσμά. Κομμάτιασε με νύχια και με δόντια εκείνα τα μικρά πράγματα που επιμένουν να σε κρατούν πίσω, εκείνα τα ανεπαίσθητα, που θεωρείς αμελητέα, αλλά η ψυχούλα σου μόνο ξέρει πόσο την βασανίζουν. Είναι μικροί μικροί κρίκοι που συνθέτουν την αλυσίδα που σε έχει δεμένο χειροπόδαρα και θα σε έχει επ’ αόριστον και αιωνίως υπό την κυριαρχία της. Είναι ο απόηχος της καταπίεσης, το κουδούνι που σημαίνει το όριο της ελευθερίας σου.
Είναι το Xanax που κουβαλάς μαζί σου, μη τυχόν και σε πιάσει κρίση πανικού στο δρόμο, το «όχι» που λες στους φίλους σου για να διαβάσεις, το μικρό ράγισμα στο λαιμό όταν κλείνεις το τηλέφωνο, χωρίς να του πεις όλα όσα ήθελες. Η φυλακή σου είναι η στιγμή που πατάς το κουμπί και το ξυπνητήρι σταματά να αμολά τους ηλεκτρονικούς του διαβόλους. Είναι τα λόγια που καταπίνεις καθώς το αφεντικό σού αραδιάζει κατηγορίες ανάμεσα στις αρμοδιότητές σου.
Μην ξεχνάς και τις φορές που δεν πήγες για ποτό επειδή «δεν είχες παρέα». Ή όταν δεν βοήθησες εκείνον τον επαίτη, γιατί κανείς άλλος δεν τον βοηθούσε. Ακόμη και τότε που είπες «δεν βαριέσαι» και δεν σηκώθηκες να πας κάτω από το σπίτι του να του μιλήσεις. Απλά κράτησες τον εαυτό σου πίσω. Έβαλες την οκνηρία σου να κρατάει τα ινία και τους δαίμονές σου να σε κρατούν με το πρόσωπο στο έδαφος ώστε να μην κουνιέσαι.
Αυτά συνθέτουν τον εαυτό σου. Είσαι όλα αυτά. Είσαι οι επιλογές σου και η φυλακή σου. Είσαι το μόνο σου αδιαπέραστο όριο και αυτός που κλειδώνει τα δεσμά του. Ναι, εσύ. Με τα ίδια σου τα χέρια… Μεταφράζεις την αδυναμία σου σε δάκρυα και αποφεύγεις να αναλάβεις την ευθύνη σου. Δεν μπορεί, κάποιος άλλος θα φταίει. Πού πήγε η ζωή που απλωνόταν μπροστά σου; Α ναι, την άφησες στο αύριο.
~Ӎαίρη ₮ζέην~