Φωνές.
Άκουγα φωνές.
Πάντα άκουγα φωνές.
Φωνές γνώριμες.
Φωνές αγαπημένες.
Φωνές ατόμων που μέσα στα λίγα χρόνια μου λάτρεψα και μίσησα εξίσου.
Στην αρχή ήταν ήρεμες, καθησυχαστικές.
Έπειτα άγριες, τρομακτικές.
Τέλος, ξεχασμένες, φθαρμένες, πληγωμένες.
Φωνές σιγανές. Φωνές δυνατές.
Κραυγές πόνου και αγωνίας.
Ψίθυροι χαράς και ευθυμίας.
Φωνές.
Όλη μου η ζωή ήταν φωνές.
Φωνές που συνέλεξα μέσα στα χρόνια
στην προσπάθεια μου να κρατήσω μέσα μου κάποιες ευτυχισμένες στιγμές
για να με ζεσταίνουν
όταν κρυώνω.
Και φωνές που πήραν το σχήμα της ψυχής μου
και έγιναν πέπλο
που ποτέ μου δεν μπόρεσα να τρυπήσω
πάρα τις άπειρες και τελικά μάταιες προσπάθειές μου.
Πάντα μισούσα τα σπασμένα γυαλιά.
Όχι μόνο επειδή υπήρχαν ανά οκάδες στην αποθήκη των αναμνήσεων μου,
μα γιατί μου θύμιζαν εμένα.
Στην τελική αυτό ήμουν.
Ένα ακόμη σπασμένο γυαλί.
Άλλοτε έπαιρνα τα κομμάτια και κοβόμουν στην προσπάθειά μου να τα ενώσω.
Και άλλοτε άφηνα άλλους να το κάνουν για εμένα με τις ίδιες και χειρότερες συνέπειες. Μερικές φορές μάλιστα, όταν παραδινόμουν στην ουτοπία που τόσο λαχταρούσα, προσποιούμουν πως το γυαλί δεν είχε σπάσει.
Πως οι φωνές δεν το είχαν διαπεράσει
σα να μην ήταν τίποτα περισσότερο από ένα άυλο σώμα.
Μα όσο και αν προσπαθούσα,
η αλήθεια ήταν πάντα ριζωμένη βαθιά μέσα μου.
Το γυαλί είχε σπάσει πολύ καιρό πριν.
Πλέον μέσα του κατοικούσαν εκείνες οι φωνές
και η ηχώ μιας κοπέλας
που είχε σωπάσει πριν προλάβει να μιλήσει.
Φωνές.
Όλη μου η ζωή είναι φωνές.
Μα ποτέ η δική μου.
ℬασιλική
Photography credits: Φίλιππος Ηλιόπουλος