Οκ, το δέχομαι ότι κλέβω. Δεν είναι ακριβώς μια σκηνή αλλά δύο. Ούτε σκηνές είναι μάλλον αλλά καρέ, απολογούμαι, σινεφίλ, τσακίστε με ελεύθερα στα σχόλια. Τώρα που βγάλαμε τα διαδικαστικά από την άκρη λοιπόν ας μπούμε λίγο στα μάτια του Nick Dunn, πρωταγωνιστή της εν λόγω ταινίας.
Πρώτο Καρέ
Ξύπνησε κουρασμένος προτού ο ήλιος πλημμυρίσει με φως το δωμάτιο. Μπορούσε να νιώθει το κεφάλι της στο στήθος του, ίσως ήταν εκεί όλη νύχτα, ίσως είχε δει κάποιον εφιάλτη και κούρνιασε πάνω του. Προσπαθεί να θυμηθεί αλλά το αλκοόλ που βολτάρει ακόμα μέσα του από το προηγούμενο βράδυ δεν τον αφήνει σε ησυχία. Γύρισε πολύ αργά; πάλι θα πρέπει να τσακωθεί μαζί της όταν ανοίξει τα μάτια της; Ούτε σε αυτές τις ερωτήσεις ξέρει την απάντηση. Παίρνει βαθιές ανάσες και γυρνάει πίσω όταν την πρωτογνώρισε, τα φιλιά έξω στο χιόνι, το γέλιο που τον τύφλωσε, η αίσθηση ότι όλα όσα θα μπορούσε να θέλει ήταν εκεί, μαζί του. Αναστενάζει και χαϊδεύει το κεφάλι της, νομίζει ότι του λείπει εκείνη που γνώρισε, ότι κάπου στην πορεία χάθηκε και τώρα στο κρεβάτι του φωλιάζει ένα αντίγραφο. Μια γνώριμη ξένη με τα ίδια χείλη αλλά διαφορετικά φιλιά, τα ίδια μάτια αλλά διαφορετικά βλέμματα· μια κινούμενη αδράνεια που του ουρλιάζει βουβά να ξεφύγει. Αναστενάζει πάλι, όλα θα είναι στο μυαλό του μάλλον, ίσως την προηγούμενη μέρα ήπιε περισσότερο από όσο θυμόταν, είναι ο άνθρωπός του, εκείνη που επέλεξε, την αγαπάει, ή τουλάχιστον έτσι νομίζει. Εκείνη άραγε τι σκέφτεται; Μήπως τα ένα-δύο υπερβολικά ξενύχτια; Τις μέρες που γύρισε με γυναικεία κολόνια στο δέρμα του; Ο παλμός του ανεβαίνει, πρέπει να νιώθει ενοχές. Ναι αλλά όλες εκείνες τις φορές που με κοίταζε σαν να μην υπήρχα; Η γκρίνια; Η αίσθηση ότι είμαι ανεπαρκής; Ότι εκείνη συμβιβάστηκε; Η αναπνοή του έγινε πιο έντονη, σίγουρα δεν ήταν πλέον η γυναίκα που γνώρισε, που αγάπησε, που θέλησε. Ποια ήταν όμως τότε; Και κυρίως, τί έγινε και άλλαξε; Το χάιδεμα του ήταν πλέον πολύ έντονο, το κεφάλι της εκτοξεύτηκε και τα μάτια της έμειναν να τον κοιτάζουν με την ίδια απορία.
SPOILERS (δείτε την ταινία ή συνεχίστε με δική σας ευθύνη)
Δεύτερο Καρέ
Ξύπνησε φοβισμένος στο σκοτάδι. Δεν θυμόταν τι όνειρο είδε αλλά ένιωσε κάτι να πιέζει το στήθος του. Γύρισε και κοίταξε το κεφάλι της να πλακώνει τον θώρακά του. Όλα καλά, όλα ήταν ένα όνειρο, οι παλμοί του έπεσαν απότομα. Δεν θυμόταν πότε ξάπλωσε δίπλα του, μάλλον εκείνος είχε αποκοιμηθεί γιατί τώρα αισθανόταν πολύ άβολα. Όσο εκείνη έλειπε κοιμόταν καλύτερα, είτε στο κρεβάτι είτε στον καναπέ, μάλλον και το πάτωμα θα του φαινόταν πιο βολικό από το να κοιμάται δίπλα της. Την παντρεύτηκα, είναι έγκυος, την επέλεξα, επαναλάμβανε κάθε πρωί στον εαυτό του πριν σηκωθεί και την αντικρίσει. Ο γάμος θέλει θυσίες, οι σχέσεις θέλουν θυσίες αλλά αυτό δεν ήταν θυσία. Ήταν ένα παιχνίδι εξουσίας, ποιος παριστάνει τον καλύτερο σύζυγο, ποιος δείχνει να νοιάζεται περισσότερο, ποιος παραβλέπει πιο εύκολα πόσο πλήγωσε τον άλλον. Ένα θεατρικό για δύο ρόλους. Ένιωθε κάθε μέρα τον εαυτό του ως έναν ρόλο και εκείνη ως το αντίπαλο δέος. Προσπάθησε να θυμηθεί τα πρώτα ραντεβού, τον ορμητικό έρωτα, το χαμόγελο που τον ηρεμούσε αλλά τίποτα. Ίσως δεν είναι τρελή, ίσως φταίω και εγώ, ίσως δεν προσπάθησα αρκετά, προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του όποτε βλέπει το ξύλινο χαμόγελό της. Το χέρι του πάει βεβιασμένα στο κεφάλι της και αρχίζει να το χαϊδεύει. Πότε αλλάξαμε; Ποιοι είμαστε; Τι κάναμε ο ένας στον άλλον; Το τρίτο άγγιγμα στο κεφάλι της την ξυπνάει και απότομα γυρνάει επιφυλακτική. Ξύπνησε χωρίς τη μάσκα της, τα σφιγμένα της χείλη αμέσως λύνονται, το ξύλινο χαμόγελο επιστρέφει και πιστή στο θεατρικό της κουρνιάζει πλέον ξύπνια στο στήθος του. «Τι θα κάνουμε ο ένας στον άλλον;» σκέφτονται και οι δύο.
Σίσυφος