Αναίσθητο με λένε, συχνά,
που προσπερνώ τις ορέξεις τους ,
απαξιωτικά τυφλός,
ακατάληπτα αδιάφορος.
Δεν αμφιβάλλω για την ακρίβεια
με την οποία μετριέται, σύμφωνα μ’ αυτές,
το πλάνο των ημερών τους,
όμως μόνο χρώματα παχιά με συγκινούν,
χρώματα μ’ αρώματα τοξικά,
χρώματα που μπορώ στα δάκτυλα ν’αναμείξω,
σαν λάσπες να αλείψω στις πληγές
και το γκριζωπό μου δέρμα •
χρώματα πηκτό αίμα, χρώματα συμπυκνωμένων θαλασσών,
χρώματα απεσταγμένων βλεμμάτων,
λάσπες που λιπαίνουν τις αρθρώσεις,
ο κρεμώδης ήχος τους να ανακατεύει τις αισθήσεις.
Ορέγομαι, μάλιστα, χρώματα χημικά,
κυανοσιδηρικό, πρωσικό, φθάλο,
κοβαλτίου, καδμίου, χαλκού,
των οποίων βαθιές στέρνες με βυθίζουν,
βαφόλουτρα απ’τα οποία αναδύομαι
σκέψη αφηρημένη, την αληθινή τους απόχρωση
ενσαρκωμένος.
Αισθησιακές τελετουργίες υπονοούν
όσα, ή ό,τι, από τα χρώματα με ερεθίζει,
το πρόσωπό μου όμως άκαμπτο στον φωτογραφικό κόσμο,
στιγματισμένο με εκείνο το βλέμμα των εθισμένων,
ή των νυκτερινών, κρυφών, ηδονισμένων,
σαν τυφλό, προδίδει,
αν και ελάχιστα,
πως ζωγραφίζω τα όνειρα με τις ειδικές ποιότητες των γκρίζων,
εξορίζοντας σ’αυτές τα σχήματα, κλείνοντας τα μάτια,
στέφοντας το μυστικό των τόσων βαφών,
την μόνη παρουσία στον “εικονικό” μου κόσμο.
Ορέστης
Photography credits: Λούνα