Ήρεμος σήμερα ο αέρας, η βλάστηση σε συνδυασμό με τον καταγάλανο ουρανό διαμορφώνουν αξεπέραστες αισθήσεις. Αφημένος στη μέθη που προκαλείται από τα φυτά, τα ζώα και τις μυρωδιές που απαρτίζουν το τοπίο και ακολουθώντας το μονοπάτι που επιτόπου αποφασίζω την πορεία του, αρχίζω να νιώθω μια δροσιά ανεξήγητη. Σαν κοντά μου να υπάρχει νερό.
Μετά από είκοσι βήματα ακριβώς ακούω ένα ελαφρύ αλλά αρκετά γνώριμο βουητό στα αυτιά μου. Καταλαβαίνω ότι έφτασα στον τελευταίο παραπόταμο της διαδρομής μου, φτάνω στη σπηλιά της. Φτάνοντας λοιπόν στην όχθη βρέχω τα χείλη μου λίγο που ‘ναι αρκετά ξερά μα κάτι καλά δεν πάει, δεν νιώθω εντάξει, ας κάτσω λίγο. Μαύρο ακολουθεί. Ανοίγω τα μάτια μου και πετάγομαι σαν ελατήριο. Προσγειώνομαι πάνω στο κρεβάτι που κοιμόμουν. Βρίσκομαι σε ένα χώρο σαν δωμάτιο. Το κρεβάτι και μια καρέκλα ‘μπρος του και πέντε βήματα πιο πίσω μια μισό-σπασμένη πόρτα. Ανοίγει. Μπαίνει μέσα η ιέρεια. Μα δεν ξέρω γιατί ξέρω τι παριστάνει αυτή σε ‘μένα τώρα.
-Είσαι ο πρώτος που τα κατάφερε, μπράβο σου. Σύντομα θα ξαναπέσεις για ύπνο. Να ξέρεις πως όταν ξυπνήσεις θα έχεις και δύο φύλα του ανθρώπου πάνω σου. Μετά τον ύπνο σου έχεις μια αποστολή στη ζωή σου. Να καταφέρεις να ενώσεις τα δύο φύλα, τον άρρεν και τη γυνή. Από αύριο, λοιπόν, θα γίνεις ο αγγελιοφόρος του μηνύματος ότι η συνύπαρξη των δύο φύλων είναι πραγματικότητα. Θα γίνεις θρύλος χωρίς να στο αναγνωρίζουν, όμως έτσι είναι, κάθε μεσσία σταυρώνουν. Καληνύχτα, λοιπόν, και καλή τύχη, θα την χρειαστείς, Ερμαφρόδιτε.
Photography credits: Panagiotis Vikatos